Στα νέα φύλλα 6,7,8 της έκδοσης απορρώξ παρουσιάζονται εργασίες που σχεδιάστηκαν στο πλαίσιο ενός πειραματικού τρόπου διεξαγωγής του μαθήματος Εικαστικές Τέχνες στη δεύτερη καραντίνα, το φθινόπωρο του 2020. Οι εργασίες εστίασαν στην κατασκευή ζωντανών χώρων επικοινωνίας που αντιστάθμισαν την απομόνωση της εικονικής εκπαίδευσης. H χρήση του zoom ως εικαστικού μέσου διευρυμένης περφόρμανς που συνδέει δρώντα πρόσωπα και χώρους πίσω από την οθόνη των τηλε-συναντήσεων, η ανάδειξη χώρων συσχέτισης με τον/την άλλο/-η στην έρημη πόλη, διαμέσου της αναμονής, η ενεργοποίηση ηχητικών μέσων για την αντίληψη και επανοικειοποίηση του χώρου, ήταν κάποιες από τις καινοτόμες ιδέες που αναπτύχθηκαν, συμβάλλοντας με νέους τρόπους και μεθοδολογίες στην εικαστική εκπαίδευση των αρχιτεκτόνων στην μετά την καραντίνα εποχή. /βλ. aporrox.upatras.gr
Eλληνική έκδοση (μετάφραση και προσαρμογή στην ελληνική νομολογία) της «Σύμβασης για τα δικαιώματα του/της καλλιτέχνη/-ιδας» που συνέταξε ο Seth Siegelaub σε συνεργασία με τον Robert Projansky το 1971.* Η ελληνική έκδοση εισαγάγει λειτουργικά τη Σύμβαση στο σημερινό, πολύ διαφορετικό, παγκοσμιοποιημένο σύστημα τέχνης. Προσκαλεί την καλλιτέχνιδα να ασκήσει το δικαίωμα στη Σύμβαση και παράλληλα να αναγνωρίσει ότι οι νομικοί όροι διάθεσης και κυκλοφορίας του έργου μπορούν να είναι μέρος της πολιτικής του δυνατότητας. Το δικαίωμα στη σύμβαση είναι ένας από τους τρόπους απόκρισης στις ακραίες ανισότητες της σημερινής οικονομίας της τέχνης (επισφάλεια, απλήρωτη εργασία, υπερσυσσώρευση πλούτου, κ.α.), θέτοντας την εργασία (στις έμφυλες και άλλες διαστάσεις της) στο κέντρο της καλλιτεχνικής παραγωγής, όχι ως θεματική και αναπαράσταση, αλλά ως μέσο παρέμβασης στις πραγματικές συνθήκες του έργου.
‘Εντυπη και ψηφιακή έκδοση. H ψηφιακή έκδοση είναι δαιθέσιμη στο απορρώξ 4, 5, 2022: aporrox.upatras.gr
Το βιβλίο αναφέρεται στη δημόσια τέχνη και τη διεύρυνση της συσχέτισή της με τη δημόσια σφαίρα, αποτέλεσμα της διεύρυνσης των ίδιων των καλλιτεχνικών μέσων και μεθόδων. Ο όρος «δημόσια τέχνη» (public art) εμφανίστηκε τη δεκαετία του 1960 και εξαρχής συνδέθηκε με τον δημόσιο χώρο και την κρατική χρηματοδότηση, στην Ελλάδα δε για πολύ καιρό ταυτιζόταν αποκλειστικά με τη δημόσια/υπαίθρια γλυπτική. Η «νέα δημόσια τέχνη» διευρύνει το πεδίο των καλλιτεχνικών δραστηριοτήτων που περικλείει ο όρος, συμπεριλαμβάνοντας την τέχνη με την κοινότητα, τη συμμετοχική/σχεσιακή τέχνη, τη net art κ.λπ., ενώ ταυτόχρονα διατηρεί τη συσχέτισή της με τις έννοιες του δημόσιου, του κοινωνικού και του πολιτικού και υποβαθμίζει τον χωρικό της προσδιορισμό.
Στο βιβλίο γίνεται η διερεύνηση των παραπάνω μέσα από μελέτες περίπτωσης, ξεκινώντας από τη γλυπτική του βάθρου, και συνεχίζοντας με έργα που παρήχθησαν στη συνέχεια της σχεσιακής, της επιτελεστικής και της αρχειακής στροφής. Καθώς δε η βιβλιογραφία για τη σύγχρονη τέχνη προέρχεται κυρίως από τον διεθνή χώρο, αγνοώντας την ελληνική σκηνή, κρίθηκε σημαντική γι’ αυτόν τον τόμο η αναφορά σε εγχώρια παραδείγματα και εντοπισμένες ιδιαιτερότητες. Εξετάζεται έτσι η τέχνη στο αστικό τοπίο ως μνήμη, ιστορία και εικόνα μέσω της ανάλυσης παραδειγμάτων από τις πόλεις της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης (Χάρις Κανελλοπούλου, Παναγιώτης Μπίκας, Θανάσης Μουτσόπουλος). Μελετώνται βασικές έννοιες όπως οι έννοιες του δημόσιου και του ιδιωτικού, του τόπου και του χώρου καθώς και η αναπαράσταση των τελευταίων (Κώστας Βασιλείου, Δήμητρα Χατζησάββα, Ευφροσύνη Τσακίρη). Συζητούνται διευρυμένες τεχνολογικά χωρικές και επιτελεστικές πρακτικές, περιπατητικές επιτελέσεις, έμφυλες χωρικότητες και διαδράσεις μνήμης στη δημόσια σφαίρα (Βασίλης Ψαρράς, Μαρία Κονομή, Πάνος Κούρος). Τέλος, οι Εύα Φωτιάδη, Ελπίδα Καραμπά, Κώστας Ντάφλος επικεντρώνονται στο πεδίο της νέας δημόσιας τέχνης και της (ψηφιακής) δημόσιας σφαίρας.
ένα ζωντανό αρχείο για δράσεις, πρότζεκτ, κριτικές εργασίες
H έκδοση απορρώξ παράγεται ως διαδικτυακό αρχείο που εκτυπώνεται στους οικιακούς εκτυπωτές των αναγνωστών. Μεταφέρει στο σχεδιασμό της μια ιδέα ζωντανής αρχειοθέτησης. Κάθε φύλλο είναι ένα θεωρητικό αντικείμενο ή πρότζεκτ, που με διαφορετικές ταξινομήσεις, αρχειοθετείται σε διαφορετικά ντοσιέ με διαφορετικές κάθε φορά προθέσεις επιμέλειας, μελέτης, ανάγνωσης. Η ιδέα βασίζεται στη συχνή, οικονομική και γρήγορη παραγωγή, σε τοπικές διαμορφώσεις της εκτυπωμένης ύλης.
Η έναρξη της έκδοσης συνέπεσε με την αρχή της παγκόσμιας πανδημίας και τις πρωτόγνωρες συνέπειές της στη λειτουργία του δημόσιου χώρου και στις διαδικασίες εκπαίδευσης. Μας απασχόλησε ο σχεδιασμός του εντύπου σε συνθήκες κοινωνικής απομόνωσης, περιορισμού των πόρων, κυριαρχίας της διαδικτυακής λογικής στην ανάγνωση και στη χρήση του περιεχομένου. Παράγοντας μια σκέψη για το απορρώξ ως ζωντανό αρχείο, προτείνουμε ταυτόχρονα ένα μοντέλο εντύπου που ενισχύει τις ποιότητες που βασίζονται στον αργό χρόνο της υλικότητας του χαρτιού και της ανάγνωσης, στην πληθυντική αρχειοθέτηση, στις τοπικές πρωτοβουλίες εκτύπωσης και στον γενικό σχεδιασμό.
a living archive for actions, projects, critical works
aporrox is a publication, produced as a wiki archive and printed in home printers of the readers. It is designed with a concept of living archiving. Every issue is a theoretical object or project, which can be classified in different ways, and archived in different dossiers with different intentions of curating, studying, reading. The idea is based on frequent, economical and fast publishing, on topical configurations of printed matter. The beginning of the publication coincided with the outbreak of the global pandemic and its unprecedented consequences in the functioning of public space and the practice of education. Our concern was the design of the publication in the present context of social isolation, scarcity of resources, domination of the internet logic in reading and using of content. Advancing a position for aporrox as a living archive, we are at the same time proposing a model of publication which strengthens the qualities of slow time of the paper medium and the act of reading, of plural archiving, of local initiatives for production and printing, and of generic design.
Laboratory for Research in Art and the Public Sphere
“Who do we exclude from our fictions?
Who do we include in our desires?”
— Tentative Collective
Architects appear increasingly to be getting interested in the politics of public space. The 36-hour Factory of Thought event at the Akademie der Kunste in Berlin is therefore inscribed in a larger movement towards social awareness as a key value in architecture practice. Regardless of its successes or failures, the 15th edition of the Venice Biennale Reporting from the Front, curated by Alejandro Arevena, provides the latest solid evidence of this move. Although such a shift both in the practices and questions encountered by architects can only be a positive shift, what is too often missing from the conversation is the crucial need to question the very nature of public space itself: not only the way it is made and used, but the broader societal vision that it represents and reinforces. A useful starting point, then, is to examine what we mean when we say ‘public’, before we move on to ‘space’, the material that as architects, urban planners and spatial practitioners, we may dissect more comfortably.